Το άρθρο αυτό σε αρχική μορφή πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία στις 21 Οκτωβρίου 2008 Νίκος Ντακάκης «Η αδελφότης των στεναγμών» Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος
| | |
Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011
Νίκος Ντακάκης "Η Αδελφότης των Στεναγμών" Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος
Τετάρτη 8 Απριλίου 2009
ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΝΤΑΚΑΚΗ
“ Η Αδελφότης των Στεναγμών ”
ΒΙΒΛΙΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΛΦΡΕΔΟΥ-ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΥΡΗ,ΟΑΜ
( Του Χανιώτη ομογενειακού δημοσιογράφου και συγγραφέα της Αυστραλίας )
Από την αρχή μέχρι το τέλος του,το νέο μυθιστόρημα του Ρεθεμνιώτη συγγραφέα Νίκου Ντακάκη με τίτλο «Η Αδελφότης των Στεναγμών» σε συγκινεί και σε συναρπάζει,με τις ανθρώπινες ιστορίες του,τις γεμάτες ερωτισμό , ανάμικτο με γεννητούρια και όχι μόνο!.. Με ανθρώπινες κοινωνικές βρωμιές, ψευτιές ,ατυχίες,φτώχιες, πείνες ,μαυραγορήτες της
κατοχής, με Γερμανούς,με φιλοδοξίες και ματαιοδοξίες της πλούσιας και « υψηλής ελληνικής κοινωνίας» και αρκετά συναρπαστικά γεγονότα...
‘Οπως τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου στις 17 του Νοέμβρη του 1973, που έγινε αφορμή να ερωτευθεί μιά φοιτήτρια αγωνίστρια του Πολυτεχνείου– η Αλεξάνδρα – ένα φοιτητή πολιτικό της αντίπαλο τραυματία του ξεσηκωμού–τον ‘Αλκη–που τον θεράπευε στο σπίτι της,παρ’όλες τις αντιδράσεις των « συναγωνιστών »της,που τον έλεγαν χαφιέ!.
Ο πατέρας του ‘Αλκη – ένας πλούσιος Κρητικός- όταν έμαθε ότι ο γιός του , ήτανε ερωτευμένος με την Αλεξάνδρα,τη κόρη της φτωχιάς χήρας περιπτεριούχου των Χανίων
της Κατερίνας,που ο άνδρας της ο Μιχάλης σκοτώθηκε το 1940 στο ‘Επος της Αλβανίας, και είχε σχέσεις μαζί της τον καιρό της κατοχής,δεν ήθελε την Αλεξάνδρα γιά νύφη του!.
Ο συγγραφέας, τους πρωταγωνιστές του μυθιστορήματός του , τους ξεσκεπάζει στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου του και αφήνει τους αναγνώστες του να αγωνιών μέχρι τη
τελευταία σελίδα !..
Στο τέλος δικαιολογεί και τον τίτλο του μυθιστορήματος «Η Αδελφότης των Στεναγμών»
του Κυρίου , της Ιεράς Μονής του Ολύμπου, της οποίας ο Καλόγερος έπαιξε καταλυτικό ρόλο στον « εξορκισμό » της χήρας μητέρας της Αλεξάνδρας,γιά να ικανοποίησει τον Αποστόλη τον κουνιάδο της!..
‘Ολες αυτές οι αφηγήσεις του εκλεκτού συγγραφέα Νίκου Ντακάκη με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα,των οποίων τα ονόματα αφού πρόκειται γιά μυθιστόρημα είναι φανταστικά και
μόνο τα γεγονότα όπως λέει στη πίσω σελίδα του βιβλίου του είναι αληθινά κι’οι όμορφες
αφηγήσεις του γιά την ωραία χωριάτικη σκληρή ζωή και τα κρητικά ήθη και έθιμα είναι αληθινά ,όπως και η ύπαιθρος, οι βουνοκορφές και τα λιμανάκια της Κρήτης.
‘Ολα τα τόσα ονόματα που αναφέρονται στο βιβλίο δεν έχουν καμία διασύνδεση με πραγματικά πρόσωπα και ως εκ τούτου η συνωνυμία τους είναι συμπτωματική.
Το βιβλίο του, που σας το συνιστώ να το αγοράσετε και να το διαβάσετε ,μου το έστειλε τα περασμένα Χριστούγεννα ως δώρο, γιατί είμαστε φίλοι, μαζί με μία χριστουγεννιάτικη
κάρτα και το πιό κάτω επίκαιρο ποιηματάκι του που προβλέπει όλα όσα γίνονται τώρα :
Φωτιές εδώ, σφαίρες εκεί, νεκρό παιδί στη φάτνη,
Χριστούλη μου μην είσ’ εσύ κι’ η Παναγιά σε ψάχνει;
Λυσσομανάει ο βοριάς , καρδιές, ψυχές παγώνει..
Φτάσαμε τα Χριστούγενα , Πρωτοχρονιά σιμώνει,
με μιά αβεβαιότητα στην πλάση να πλανιέται
και κρίση οικονομική που όλο ξεπερνιέται,
κι’ όλο φουντώνει κι’απειλεί τα πάντα ν’αφανίσει
τους δυνατούς στα Τάρταρα βάλθηκε να γκρεμίσει .
Ο νεογέννητος Χριστός ας φέρει τη γαλήνη,
τη ζεστασιά στα σπιτικά και επί γης ειρήνη.
Νίκος Ντακάκης-Ρέθυμνο 24 Δεκεμβρίου, 2008
Και από κάτω έχει γράψει το εξής υστερόγραφο:
« Σε παρακαλώ να διαβάσεις το βιβλίο μου και να το κρίνεις αυστηρά !. »
Κι’εγώ το έκρινα αυστηρά και ανεπιφύλακτα σας συνιστώ να το διαβάσετε, γιατί το μήνυμα του βιβλίου του είναι σαφές, ότι η κοινωνία μας δεν είναι παράδεισος!... Γι’αυτό και το βιβλίο του αξίζει πολλών επαίνων !.
Το τηλέφωνο του συγγραφέα είναι (0302831)-054413 και το φαξ:-024518
ΑΛΦΡΕΔΟΣ-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΡΗΣ,ΟΑΜ
( Μελβούρνη )
Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2008
Mια ανοίκεια επίθεση. Απάντηση σε μια, μάλλον, κακοπροαίρετη αναγνώστρια
Απόφυγα να σου απαντήσω εν θερμώ. Τουλάχιστον αυτό το έχω καταφέρει με τα χρόνια. Να βάζω δηλαδή χαλινάρι στα συναισθήματά μου, να τιθασεύω την παρόρμηση της στιγμής και να ενεργώ με απόλυτη ψυχραιμία. Δεν σου κρύβω πως με σόκαρε η «κριτική» σου γιατί, ειλικρινά σου λέω, μόνο κριτική δεν ήταν. Απαξίωση έβγαζε, εμπάθεια και μηδενισμό τέτοιο, που τελικά δεν μπόρεσα να καταλάβω το γιατί. Καλά, μπήκες σε τόσο κόπο να διαβάσεις το βιβλίο, έγραψες ένα αρκετά μεγάλο κείμενο και δεν βρήκες ούτε ένα θετικό σημείο; Πώς να το εξηγήσω αυτό; Κι αν δεν κατάλαβες ακριβώς τι θέλω να σου πω, θα σου το εξηγήσω σε απλά ελληνικά.
Ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό που συμφωνούμε. «Ο πιο ακατάλληλος για να μιλήσει για το έργο του είναι ο ίδιος ο δημιουργός του», γράφεις και με βρίσκεις απόλυτα σύμφωνο. Από κει και πέρα όμως, έβαλες ένα σωρό ζητήματα. Καταρχήν χαρακτήρισες το βιβλίο «εμπορικό» και μάλιστα «από τα χειρότερα του είδους του». Άποψή σου είναι και έχεις κάθε δικαίωμα να την εκφράζεις. Μόνο που δεν δημιουργεί σε κανέναν την υποχρέωση να την πάρει στα σοβαρά.
Εγώ πάλι από τη μεριά μου, σου λέω πως η έκθεση ιδεών σου, μόνο κριτική δεν είναι, γιατί μια τέτοια για να είναι σωστή θα πρέπει να τεκμηριώνεται και να αναφέρεται σε επιμέρους τομείς, όπως γλώσσα, δομή, πλοκή, ιστορία, ικανότητα του συγγραφέα στην περιγραφή, την αφήγηση, τους διαλόγους, να δώσει κάτι τέλος πάντων κι ένα σωρό άλλα όπως του Βασίλη Συμεωνίδη, για παράδειγμα, που χωρίς να «χαϊδεύει αυτιά» δεν είναι μηδενιστική. Οι αφ’ υψηλού αφορισμοί αντίθετα, μόνο κακό κάνουν και εκθέτουν όχι τόσο τον κρινόμενο, όσο τον κριτή.
Θα μπορούσα σ’ αυτό το σημείο μιμούμενος τη λογική σου να αμφισβητήσω την ικανότητά σου να κρίνεις ένα βιβλίο. Δεν το έκανα όμως. Αντίθετα έκρινα αρχικά πως δεν άξιζε καν τον κόπο να ασχοληθώ. Έτσι το μόνο που έκανα ήταν να σε ευχαριστήσω μέσω του Ας εών για τα πολύ κακά σου λόγια.
Επέμενες να με προκαλείς όμως. Βάναυσα. Σαδιστικά μιας και γνώριζες πως με φέρνεις σε δύσκολη θέση αποδίδοντάς μου προθέσεις που δεν μου πέρασαν ποτέ από το μυαλό ή καταλογίζοντάς μου απειρία και ανικανότητα. Ένα από τα δυο. Τίποτα διαφορετικό. Ώσπου είπα : Για κάτσε, δεν μπορεί η Χριστίνα να διεκδικεί το αλάθητο. Αυτό μόνο ο Πάπας το είχε κατακτήσει. Με την πάροδο των αιώνων ωστόσο, όταν ξύπνησαν οι κουτόφραγκοι, που τόσο θαυμάζεις, πάει, του το αφαίρεσαν κι αυτό. Εσύ όμως, όπως φαίνεται, επιμένεις να το διεκδικείς ακόμη. Κι επειδή με προκάλεσες σε διάλογο με επιχειρήματα θέλω να σου θέσω κάποια ερωτήματα: Αλήθεια, τι εννοείς όταν χαρακτηρίζεις κάτι σαν «εμπορικό»; Αν υπονοείς το «φτηνό», τότε λυπάμαι ειλικρινά γιατί είσαι πολύ μακριά από τον τρόπο ζωής, την καθημερινότητα, τους πόθους και τα πάθη αυτού του υπέροχου λαού, που εσύ ειρωνεύεσαι.
Αλήθεια, όλη αυτή η φιλολογία για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία τι υποκρύπτει; Μια κεφαλαιώδη άγνοια για τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα ή έναν ιδιότυπο ρατσισμό ίσως, για τους ατάλαντους έλληνες, σε αντίθεση με τους ταλαντούχους ξένους; Ίσως και να είναι κάτι τέτοιο αφού σνομπάρεις την πλειοψηφία των αναγνωστών που αποτελεί τον «μέσο όρο που διαβάζει “διαγωνίως”» σε αντίθεση μ’ εσένα, ας πούμε, που είσαι «υποψιασμένη». Μήπως όμως αυτό ξεπερνά κατά πολύ τον ανεκτό μέσο όρο και καταντά «ύβρις» με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου; Εκεί πάντως εντάσσονται και τα αφοριστικά «ΓΙΑ ΝΑ», «ΕΠΕΙΔΗ» που βάζεις με κεφαλαία και τα φτηνά μαθήματα. Και κάτι άλλο. Αλήθεια, ποιος είναι αυτός που θα δώσει την άδεια στον άλλο να γράψει;
Μου έκανε ιδιαίτερα κακή εντύπωση η αναφορά σου στο Πολυτεχνείο, που κι αυτό το ευτελίζεις αφού σου «επιτείνει τον βαθμό εμπορικότητας». Δεν γνωρίζω τα βιώματα, τις καταβολές, ούτε την παιδεία σου, αγαπητή Χριστίνα. Εγώ όμως αυτά τα γεγονότα τα έχω ζήσει στο πετσί μου κι ανατριχιάζω όταν τα σκέφτομαι και μόνο. Και βέβαια σέβομαι την αντίθετη άποψη και επιζητώ εναγώνια την καλοπροαίρετη κριτική, ακόμη κι αν αυτή είναι κακή. Αυτή που επισημαίνει αδυναμίες και θα με βοηθήσει στην παραπέρα προσπάθειά μου. Άραγε διέθετε τέτοια στοιχεία η δική σου όμως;
Δεν σου άρεσε το βιβλίο μου; Δεν ήταν του επιπέδου σου; Κι εγώ τι να κάνω τώρα; Να παραγγείλω να το ρίξουν στην πυρά ή να ψάξω μέρος να κρυφτώ; Πληροφοριακά σου αναφέρω όμως πως πάρα πολλοί άλλοι έχουν αντίθετη άποψη από σένα. Γι’ αυτό και «Η Αδελφότης των Στεναγμών» απέσπασε βραβεία σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς με κριτές καθηγητές Πανεπιστημίου. «Ανυποψίαστους αναγνώστες» σύμφωνα με τη θεωρία σου ίσως, εκπροσώπους του «μέσου όρου», καθηγητές Πανεπιστημίου πάντως που διδάσκουν λογοτεχνία. Γι’ αυτό και αρκετοί, άγνωστοι σ’ εμένα, μπήκαν στον κόπο να το προβάλουν, να το παρουσιάσουν και να το σχολιάσουν.
Όλες αυτές τις κριτικές τις έχω ανεβάσει στις «Αθιβολές», και μπορείς εύκολα να τις βρεις «κλικάροντας» πάνω στο εξώφυλλο του βιβλίου. Εκεί που έβαλα και τα σχόλιά σου, παρά το ότι τα θεωρώ άκρως προσβλητικά και επιεικώς απαράδεκτα. Ελπίζω να μου επιτρέψεις να εξακολουθήσω να υπάρχω, να ενεργώ και να γράφω με τον τρόπο που ξέρω. Από τη μεριά μου σου υπόσχομαι να μην ασχοληθώ ξανά με ό,τι κι αν γράψεις. Στο κάτω της γραφής δεν μου ταιριάζει κάτι τέτοιο. Θα εξακολουθήσω ωστόσο να ανεβάζω στις «Αθιβολές» τις απόψεις σου για να μπορεί ο κριτής των πάντων, το αναγνωστικό κοινό, να βγάζει απερίσπαστο τα συμπεράσματά του.
Φιλικά Νίκος Ντακάκης
Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008
Τρίτη, Νοέμβριος 04, 2008 "536 λέξεις για την «αδελφότητα των στεναγμών» του Νίκου Ντακάκη"
Δε συνηθίζω να διαβάζω σύγχρονους, τωρινούς, Έλληνες λογοτέχνες. Αυτό γιατί αρκετές ήταν οι φορές που ένιωσα το χρόνο, και τα χρήματα χαμένα. Όχι, δε γράφω υποτιμητικά, ούτε υπονοώ εμπορικές σκοπιμότητες. Απλώς δε μεσολάβησε ο απαραίτητος χρόνος ώστε να διυλιστούν και να μείνουν αυτά που αξίζουν. Ο καλύτερος κριτής όλων.
Ωστόσο, διάβασα σε δυο μέρες τις τετρακόσιες περίπου σελίδες του συγκεκριμένου βιβλίου. Πρόκειται για μυθιστόρημα με την «κλασική» έννοια της λέξης, όσο κι αν το μυθιστόρημα παραμένει ένα λογοτεχνικό είδος εν εξελίξει. Έχουμε ένα παζλ ιστοριών διαφορετικών προσώπων που δένουν μεταξύ τους καθώς εξελίσσεται η πλοκή. Η Κατερίνα, ο Αντώνης, η Αλεξάνδρα κλπ. πρόσωπα που σκιαγραφούνται μέσα από τη δράση και τις καταστάσεις που ζουν.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία την τεχνική της αναδρομικής αφήγησης και της συχνότητας, δηλαδή της επανάληψης των γεγονότων μέσα στην αφήγηση. Έτσι πολλές φορές ένα γεγονός γίνεται αφορμή για να ξεκινήσει η εξιστόρηση από το αρχικό σημείο που εξηγεί και φωτίζει τις καταστάσεις. Αυτό είναι και το βασικό χαρακτηριστικό όλου του βιβλίου που ξεκινά με την επίσκεψη της Αλεξάνδρας στο γραφείο του Αντώνη. Το μεγαλύτερο μέρος της μυθοπλασίας είναι η εξήγηση αυτής της επίσκεψης και των όσων διαμείφθηκαν εκεί.
Η εξέλιξη της πλοκής προχωρά με αποκαλύψεις που στοχεύουν να κρατήσουν το ενδιαφέρον, οι συμπτώσεις πολλές φορές υπονοούνται εύκολα, όπως συμβαίνει με το Βασίλη, φτωχό φοιτητή που κατάγεται από την Καλαμαριά, όπου είχε καταφύγει η Αφροδίτη, μάνα του Άλκη με τον Αργύρη... Ή με τον ταξιτζή που μεταφέρει τη γυμνή Κατερίνα και είκοσι χρόνια αργότερα την κλαμένη Αλεξάνδρα. Άλλες φορές είναι σαφείς (δε θα μπορούσε αλλιώς) όπως με την περίπτωση της Κατερίνας η οποία στην αρχή του βιβλίου είναι πενηνταοκτώ χρονών με πρόβλημα αλκοολισμού και μπαινοβγαίνει σε κλινικές. Είναι η ίδια που τη συναντάμε δεκαεξάχρονη στο χωριό της, την Αγία Φωτιά και παρακολουθούμε τη ζωή της...
Το τέλος του βιβλίου μας επιφυλάσσει μία ανατροπή.
Διαβάζοντας, θα μπορούσε να πει κανείς ότι γίνεται κατάχρηση της τεχνικής της αναδρομής – καταντά κάτι προβλέψιμο από ένα σημείο και μετά. Μοιάζει με άσκηση στις αφηγηματικές τεχνικές. Ο Ντακάκης δένει πολύ καλά τις επιμέρους ιστορίες που διατηρούν και αυτοτελή χαρακτήρα. Σύμφωνα με τη σημείωση στο «αυτί» του βιβλίου κάποιες δημοσιεύτηκαν με τη μορφή αυτοτελών διηγημάτων. Η αναδρομική αφήγηση είναι αυτή που ολοκληρώνει, κυκλικά, μια αυτοτελή ιστορία. Επίσης, θα μπορούσε ο λόγος να είναι λακωνικότερος στις περιγραφές και στην αφήγηση. Αυτό, όμως, είναι κάτι που θα ταίριαζε σε μένα, ως αναγνώστη, αλλά χαρακτηρίζει το ύφος του συγγραφέα.Η μυθοπλασία πολλές φορές ξεφεύγει από τη ρεαλιστική απόδοση της πραγματικότητας. Αυτό δε θα είχε καμιά σημασία αν τα γεγονότα δεν ήταν τόσο εμφανώς δεμένα στον ιστορικό χωρο-χρόνο και συνδυασμένα με σημαντικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας, όπως η περίοδος της κατοχής κατά το Β΄ παγκόσμιο και η εξέγερση του Πολυτεχνείου το ’73. Επίσης το γεγονός της εμφάνισης του Αποστόλη, αδελφού του Μιχάλη που ήταν άνδρας της Κατερίνας μοιάζει σα λύση «από μηχανής Θεού». Κατ’ αυτό τον τρόπο θα οδηγηθούμε σε «χάπυ-έντ» που φέρνει σε «μελό». Βέβαια, ίσως η πραγματικότητα πολλές φορές να ξεπερνάει τη φαντασία. Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης αναφέρεται ότι το βιβλίο είναι βασισμένο σε πραγματική ιστορία.
ΥΓ. Ένσταση θα είχα σχετικά με τη γραμματοσειρά. Μια πιο κλασική και «στρογγυλή» θα βοηθούσε. Και με το εξώφυλλο. Αλλά αυτά είναι άλλου είδους θέματα.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ ΤΟΝ Ας ΕΩΝ
3 ακόμη απόψεις:
Κ.Υ.Π WALKING είπε...
Κι εγώ σ΄αυτή την κατηγορία ανήκω, όσον αφορά την εμπιστοσύνη στους νέους λογοτέχνες, με μικρές εξαιρέσεις.Τελευταία έχω την εντύπωση ότι χάνω πολλά πράγματα κι αν αυτό προφανώς διορθώνεται κάποια στιγμή εκ των υστέρων,την αίσθηση για το τι συμβαίνει όμως πρέπει να την έχει κανείς στην ώρα της και δεν την έχω.
5 Νοέμβριος 2008 12:48 πμ
Χριστίνα είπε...
Κ.υ.π. @ δε νομίζω ότι χρειάζεται να γενικεύεις… και η αίσθηση ότι «κάτι χάνουμε απ’ αυτό που συμβαίνει», υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό μας. Η επικαιρότητα ενός έργου δεν εξαρτάται από τον χρόνο έκδοσής του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πάντως, η γνώμη μου είναι ότι …δεν έχασες τίποτα!!Ας εων@ διάβασα κι εγώ συγκυριακά το βιβλίο (δε θα το διάλεγα), και έχω να πω ότι πρόκειται για ένα ολοφάνερα «εμπορικό» βιβλίο, και μάλιστα, όπως αποδείχτηκε, από τα χειρότερα του είδους του. Κιεπειδή ο χαρακτηρισμός είναι «βαρύς», θα γράψω πολλά για να τον στηρίξω:Κατ’ αρχάς ο τίτλος, που όπως αποδεικνύεται έχει τελείως περιφερειακή σχέση με το «θέμα», ξεφωνίζει ότι απευθύνεται στο κοινό του «Κώδικα Ντα Βίντσι» και των θαυμαστών γενικά του Νταν Μπράουν και των συναφών (την αίσθηση επιτείνει το εξώφυλλο). Το οπισθόφυλλο μας πληροφορεί χαρτί και καλαμάρι για το βασικό μυστήριο, (ότι οι δυο ήρωες-εραστές είναι αδέλφια) στο οποίο προσπαθεί έντεχνα να εισαγάγει απ’ την πρώτη σελίδα ο συγγραφέας αιφνιδιάζοντάς μας με τις αντιδράσεις της ηρωίδας, και να μας λύσει σιγά σιγά για να μας κρατήσει σε αγωνία• ο επιμελητής της έκδοσης δηλαδή, για προφανώς εμπορικούς λόγους διαλύει και καταστρέφει το ελάχιστο μυστήριο κι ενδιαφέρον που μπορεί να χει κανείς στο πρώτο μισό του βιβλίου. Άλλωστε, διαβάζοντας το βιβλίο, όλα συνεχίζουν να είναι προβλέψιμα. Οι τεχνικές γραφής ενός βιβλίου όπου όλα είναι δραματικά, συμβαίνουν γρήγορα, υπάρχουν τραγικές ειρωνείες, τραγικές άγνοιες, απότομες μεταβολές της τύχης (κλισέ της «τραγωδίας» που συγκινούν ένα ευρύ κοινό), οι ήρωες είναι ή πανέμορφοι ή παμπόνηροι κλπ., είναι τεχνικές δοκιμασμένες, συνταγές που συνήθως ακολουθούν τα σήριαλ, κοινώς οι σαπουνόπερες. Επειδή απευθύνονται σ’ ένα μέσο όρο που διαβάζει «διαγωνίως» κι ως εκ τούτου θέλει εύπεπτη και δοκιμασμένη τροφή. Έτσι, σε κάθε «δραματική» αλλαγή, ένας υποψιασμένος αναγνώστης ξέρει τι θ’ ακολουθήσει.Ναι, η αφήγηση κάνει κατάχρηση της τεχνικής «in medias res», αλλά ακόμα περισσότερο, σε βαθμό που είναι πολύ κουραστικό, του «φλας μπακ», προκειμένου να μας διαφωτίσει για το παρελθόν κάποιου καινούριου ήρωα. Επίσης, μπαίνει και λίγο ιστορικό αλατοπίπερο, (Πολυτεχνείο), που κατά η γνώμη μου επιτείνει το βαθμό εμπορικότητας.Ήταν σίγουρο από την αρχή ότι αυτό το γράψιμο δε θα μας άφηνε τους δυο ήρωες να παραμείνουν αδελφάκια, αλλά στο τέλος θ’ αποδεικνυόταν ότι δεν ήταν! Για να γίνει όμως αυτό και να αιφνιδιαστεί- πλην όμως ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΤΕΙ- ο αναγνώστης, η υπόθεση ξεχείλωσε επικίνδυνα: η μάνα η οποία παρουσιάζεται να «έχει τρελαθεί» ΕΠΕΙΔΗ ο αγαπημένος της την εξέθεσε και δεν τη βοήθησε όταν γέννησε το κορίτσι ΤΟΥ, εντέλει είχε κάνει τη δουλειά με κάποιον άλλον(!) – συγνώμη, αλλά να υπάρχει κάποια συνέπεια στοιχειώδης, ε; Αλλά –έστω-δε σχολιάζω τόσο την υπόθεση που’ ναι τραβηγμένη απ’ τα μαλλιά. Πολλές φορές, όπως Λες κι εσύ ας εων, η ζωή υπερβαίνει τη φαντασία και οι συμπτώσεις ή οι αναποδιές αγγίζουν τα όρια του απίστευτου. Δεν ήταν αυτό που μ’ ενόχλησε τόσο πολύ. Πέρα απ’ αυτές τις αδυναμίες στην πλοκή (παρεμπιπτόντως, χρειάζεται πολλή μαστοριά), δεν ξεχώρισα ούτε μια φράση, ούτε ένα συναίσθημα που να ξεφύγει απ’ αυτό το «αγοραίο» στυλ. Όλα είναι τακτοποιημένα και υπογραμμισμένα, σαν ν’ απευθύνονται σε μικρά παιδιά που δεν καταλαβαίνουν. Πρόκειται ίσως για πρωτόλειο έργο, κι επομένως δε θα’ πρεπε να είναι κάποιος τόσο αυστηρός. Απ’ την άλλη, ακριβώς επειδή είναι πρωτόλειο, ας είμαστε αυστηροί: δε γράφεις ΓΙΑ ΝΑ . Όταν γράφεις, γράφεις ΕΠΕΙΔΗ•. Υποθέτω, επειδή δε μπορείς να κάνεις αλλιώς, όταν δηλαδή ΕΧΕΙΣ κάτι να πεις, όταν καίγεσαι. Όταν όμως υπερισχύει το ΤΕΛΙΚΟ αίτιο του ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΥ, δυστυχώς η τέχνη γίνεται εμπορική, μαζική και μέτρια.
5 Νοέμβριος 2008 3:27 μμ
Νίκος Ντακάκης είπε...
Δεν έχεις και πολύ άδικο, αγαπητέ ας εών, όταν λες πως αισθάνεσαι να χάνεις χρόνο και χρήμα διαβάζοντας σύγχρονους έλληνες συγγραφείς. Ωστόσο αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει αφοριστικά νομίζω, γιατί υπάρχουν αρκετοί αξιόλογοι έλληνες, όπως υπάρχουν και ξένοι που έχουν γράψει σκουπίδια. Βέβαια δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός πως για να φτάσει ένα βιβλίο στα χέρια μας καθοριστικό ρόλο παίζει η διαφήμιση και η προώθησή του. Πάντως το ότι μπήκες στον κόπο να διαβάσεις το βιβλίο μου με τιμά ιδιαίτερα και σ' ευχαριστώ γι' αυτό. Πολύ περισσότερο που βρήκες χρόνο να το σχολιάσεις. Ελπίζω να καταλαβαίνεις πως μια ανεξάρτητη κριτική από έναν άγνωστο αναγνώστη έχει μεγαλύτερη αξία και είναι αυτή που τελικά βοηθά τον συγγραφέα. Τώρα ως προς την ουσία ένα μονάχα θέλω να σου πω. Πράγματι το βιβλίο είναι βασισμένο σε πραγματική ιστορία. Το αξιοπερίεργο είναι πως σε αρκετούς αναγνώστες φαντάζουν εξωπραγματικά τα αληθινά γεγονότα. Ίσως γιατί όπως πολύ σωστά επισημαίνεις πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία. Και πάλι σ' ευχαριστώ όπως ευχαριστώ και την Χριστίνα για τα πολύ κακά της λόγια. Πάντως κι αυτή την κριτική θα την ανεβάσω στο blog μου http://iadelfotistwnstenagmwvn.blogspot.com/
5 Νοέμβριος 2008 3:49 μμ
Χριστίνα είπε...
Κ. Ντακάκη, δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό ν' ακούει κανείς "πολύ κακά λόγια". Αν η κριτική μου σας έθιξε,οπωσδήποτε οι προθέσεις μου δεν ήταν να κρίνω τον συγγραφέα του βιβλίου ως άνθρωπο, αλλά το ίδιο το βιβλίο, με τα στοιχεία που αυτό το ίδιο μου δίνει. Επομένως, θα ήταν προτιμότερο να γίνει ο διάλογος πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα/ επιχειρήματα που μου έδωσαν την εικόνα ενός -ακόμα-εμπορικού καθαρά βιβλίου που σκοπό έχει το κέρδος, κι όχι γενικά κι αόριστα.Εξηγώ γιατί δεν είναι κακό ν' ακούει κανέις "πολύ κακά λόγια": αν η πρόθεση ήταν καθαρά εμπορική, δηλαδή ένα εύκολο κέρδος, καλώς έπραξα και το επισήμανα. Αν πάλι, ως πρώτο έργο, υπάρχουν αδυναμίες που ο συγγραφέας δεν τις συνειδητοποιεί, καλό είναι να του τις επισημαίνουν παρά να τον φουσκώνουν και να τον βαυκαλίζουν με "ψεύτικα εύγε".Εκτίμησα ιδιαίτερα το θάρρος να δημοσιεύσετε την αρνητική αυτή κριτική στο blog σας.Με ειλικρινή σεβασμό,Χριστίνα
5 Νοέμβριος 2008 5:37 μμ
as eon είπε...
Νομίζω ότι ο διάλογος που διεξάγεται είναι ουσιαστικότατος και ανυστερόβουλος που χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια. Για μένα, εκτός των άλλων που θίγονται στη δημοσίευση και τα σχόλια, παραμένει σημαντική η επιφύλαξη σχετικά με την νεοελληνική λογοτεχνία. Θέλω να εξηγήσω περισσότερο. Με βάση τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου για το 2007 (ας το θεωρήσουμε ενδεικτικό) εκδόθηκαν 9566 νέοι τίτλοι, από αυτούς 1083 ήταν ελληνική λογοτεχνία και πιο συγκεκριμένα οι 322 αφορούσαν ελληνόγλωσσο μυθιστόρημα. Ως αναγνώστης, ψάχνω κριτήρια για να προσανατολιστώ. Υπάρχουν οι βιβλιοπαρουσιάσεις και βιβλιοκριτικές των εφημερίδων, υπάρχουν λογοτεχνικά περιοδικά και περιοδικά για το βιβλίο, υπάρχουν – τώρα πια – βιβλιόφιλα blog, υπάρχουν οι φίλοι που διαβάζουν. Επίσης υπάρχει ο εκδοτικός οίκος που για μένα κατέληξε ένα σημαντικό κριτήριο. (Σχετικά με τη ξένη λογοτεχνία, προφανώς, η επιλογή και η αξιολόγηση των έργων που θα μεταφραστούν και θα εκδοθούν είναι διαφορετική και επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες, όπως η εντύπωση του βιβλίου στη χώρα που πρωτοκυκλοφόρησε, οπότε υπάρχει και η ηχώ της).Παρόλα αυτά η επιφύλαξη παραμένει (τη στιγμή μάλιστα που ακόμα δε διάβασα, ας πούμε, την «Άννα Καρένινα»). Κατά καιρούς κάνω εξαιρέσεις και διαβάζω κάποια από τα λογοτεχνικά βιβλία της νέας παραγωγής. Έτσι διάβασα το «μ.Χ» του Βασίλη Αλεξάκη (Εξάντας), τον «Παλιόκαιρο» της Αμάντας Μιχαλοπούλου (Καστανιώτης), τον «Άγιο της Μοναξιάς» της Καρυστιάνη (Καστανιώτης), το «ερωτευμένη με άλλον της Νένας Πανταζοπούλου (Νέα Σύνορα- Λιβάνης), το «θείο Πέτρο και την εικασία του Γκόλντμπαχ» (Καστανιώτης), τα «πυθαγόρεια εγκλήματα» του Τεύκρου Μιχαηλίδη (Πόλις) και άλλα. Μόνο η αναφορά των προηγούμενων παραδειγμάτων, νομίζω, αρκεί για να φανεί το «πέλαγος» και να δικαιολογηθεί η επιφύλαξή μου χωρίς άλλα σχόλια (αρκεί να τα έχει διαβάσει κάποιος για να κρίνει και να τα διαχωρίσει). Έχεις δίκιο κυπ όταν λές «έχω την εντύπωση ότι χάνω πολλά πράγματα», αλλά το ζήτημα είναι πόσο χρόνο και χρήμα θα πρέπει να χάνουμε για να βρούμε αυτό που αξίζει;Το συγκεκριμένο βιβλίο του Ντακάκη ήταν μια πρόκληση. Ήταν άγνωστα και συγγραφέας και ο εκδότης. Ήταν ένα ι-μέιλ μέσα στον Αύγουστο που μου μιλούσε για αυτό. Το διάβασα και οδηγήθηκα στη συγκεκριμένη δημοσίευση.Ο χρόνος θα δείξει αν τα αντίτυπα του βιβλίου θα πολτοποιηθούν ή όχι, αν ο Ντακάκης μπορέσει να γράψει κάτι που θα αποδείξει ότι δεν είναι μόνο καλός στις τεχνικές της αφήγησης αλλά θα κερδίσει το αναγνωστικό κοινό. Το ίδιο ισχύει με κάθε νέα προσπάθεια που εκδίδεται. Το πρόβλημα παραμένει και περιπλέκεται εξαιτίας του «καθοριστικού ρόλου που παίζει η διαφήμιση και η προώθησή του», όπως ο Νίκος Ντακάκης αναφέρει (ίσως κάτι παραπάνω ξέρει αφού ενεπλάκη ως συγγραφέας)Τέλος, αναπαράγω τις 54 λέξεις για μια διευκρίνιση: Τα κείμενα που δημοσιεύονται εδώ δεν θέλουν να αποτελούν μεσολάβηση ανάμεσα στον αναγνώστη και το βιβλίο. Γράφονται με την οπτική του αναγνώστη και όχι του "κριτικού". Αν τα βιβλία αξίζουν επειδή αποτελούν μια «τσεκουριά στην παγωμένη θάλασσα που βρίσκεται εντός μας», τότε τα κείμενα αυτά είναι ο ήχος αυτής της τσεκουριάς και τίποτα περισσότερο.(καλώς ήρθες πάλι κυπ, οξύτατη η άποψή σου Χριστίνα, με ανυστερόβουλη τόλμη και αγάπη για το γραπτό λόγο. Νίκο Ντακάκη ελπίζω να βγεις «κερδισμένος» από όλα αυτά, αφού η δεκτική σου στάση δείχνει ότι θα τα αξιοποιήσεις)
5 Νοέμβριος 2008 7:37 μμ
Νίκος Ντακάκης είπε...
Ειλικρινά μου είναι δυσάρεστος ο διάλογος που ξεκίνησε, αγαπητέ ας εών, με αφορμή ένα δικό μου βιβλίο γι’ αυτό και δεν σκοπεύω να τον συνεχίσω. «Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα», λένε στο χωριό μου και στην περίπτωσή μας κάποια σημασία έχει. Επίτρεψέ μου μόνο να σου αναφέρω πως το συγκεκριμένο βιβλίο μπορεί να αρέσει μπορεί και όχι. Άλλωστε ο καθένας μας έχει τα δικά του κριτήρια. Ο απόλυτος μηδενισμός της Χριστίνας όμως ή οι εικαζόμενες προθέσεις που μου καταλογίζονται, θεωρώ πως είναι τουλάχιστον υπερβολικές. Κριτής των πάντων το αναγνωστικό κοινό γι’ αυτό και στο blog μου έχω συγκεντρώσει όλες τις κριτικές είτε καλές είναι αυτές είτε όχι. Εγώ πάντως σίγουρα δεν επιδίωξα ούτε το εύκολο κέρδος ούτε «Η Αδελφότης των Στεναγμών» είναι το πρώτο μου βιβλίο. Μια επίσκεψή σου στις «Αθιβολές» ίσως σου δώσει μια πληρέστερη εικόνα.Πράγματι το βιβλίο στην Ελλάδα είναι μια πονεμένη ιστορία. Άραγε με ποιον τρόπο μπορεί να φτάσει στα χέρια μας το βιβλίο ενός παντελώς άγνωστου; Αμφιβάλλεις πως μπορεί να υπάρχουν αξιόλογα έργα που οδηγούνται σε πολτοποίηση επειδή δεν έτυχε να τα ανακαλύψει κάποιος; Πριν σε ευχαριστήσω για άλλη μια φορά αισθάνομαι την υποχρέωση να σου ζητήσω συγγνώμη για τον διάλογο που, άθελά μου, ξεκίνησε.
5 Νοέμβριος 2008 9:00 μμ
Φωτεινή S είπε...
Με αφορμή ένα δικό μου e-mail διάβασε ο Ας εών το βιβλίο «Η Αδελφότης των Στεναγμών» του Νίκου Ντακάκη. Στόχος μου ήταν και είναι να γίνει ευρύτερα γνωστό ένα βιβλίο στο οποίο βοήθησα πολύ στο να γίνει σε διάφορα στάδια. Τον ευχαριστώ πολύ για τη σημασία που έδωσε σ’ αυτό. Το ότι το διάβασε μέσα σε 2 μέρες και ασχολήθηκε μαζί του γράφοντας 536 λέξεις (δεν είναι και λίγες), μού λέει κάποια πράγματα.
Καταρχήν ότι το βιβλίο «τραβάει», διαβάζεται και δεν σε κάνει να θέλεις να το παρατήσεις στη μέση και δεύτερο και σημαντικότερο, αφού δεν ήταν υποχρεωμένος να γράψει κάτι, ήθελε να πει κάτι θετικό κατά την άποψή μου. (Αν ήταν να «μη χάνεις τίποτα που δεν το διάβασες» ή «αποδεδειγμένα είναι ένα από τα χειρότερα του είδους του», θα το πετούσε σε μια άκρη και θα έκλαιγε τα 17 ευρώ που πέταξε στα σκουπίδια)
Κι ερχόμαστε στην άποψη της Χριστίνας, η οποία έγραψε 535 λέξεις απαξιώνοντας και ευτελίζοντας τη δημιουργία ενός ανθρώπου χωρίς, νομίζω, να έχει δίκιο.Συμφωνώ ότι «ο συγγραφέας είναι ο πιο ακατάλληλος να μιλήσει για το έργο του», όμως οι άλλοι που το διαβάζουν σε 2 μέρες ή ξενυχτάνε για να το τελειώσουν, τι είναι;Σύμφωνα με ποια κριτήρια τέτοια απαξίωση, τέτοια ισοπέδωση, τέτοιος μηδενισμός; Αν αυτού του είδους τα βιβλία δεν σου αρέσουν οφείλεις σαν «κριτικός αναγνώστης» που καταθέτει την άποψη τουνα πεις ότι δεν είναι του γούστου σου κι όχι να λιβελογραφείς.Ποιος είναι αυτός που γράφει ΓΙΑ ΝΑ. Ο ήδη γνωστός συγγραφέας, ο ευπώλητος, που θέλει να τροφοδοτήσει την αγορά με άλλο ένα «ευπώλητο» βιβλίο. Όλοι οι άλλοι γράφουν ΕΠΕΙΔΗ. Επειδή κάτιθέλουν να μεταδώσουν, επειδή λένε ωραία παραμύθια, επειδή θέλουν να καλύψουν τη μοναξιά και το κενό στη ζωή τους, χίλια επειδή.Και ποιος απ’ αυτούς που γράφουν ΕΠΕΙΔΗ όλα τα παραπάνω και βάζει κι από την τσέπη του το κόστος έκδοσης, δεν θέλει να πουλήσει το βιβλίο του; Πού είναι το κακό ένα βιβλίο να είναι και εμπορικό; Όλοι δεν θέλουν να πάνε σε επαναληπτικές εκδόσεις; Πόσοι το πετυχαίνουν όμως; Λίγοι. Πολύ λίγοι. Και αυτό, ξέρετε πολύ καλά, ότι δεν οφείλεται στο καλό περιεχόμενο του βιβλίου τους αρκετές φορές, αλλά σ’ ένα σωρό άλλους παράγοντες, που τους ξέρετε.
Τώρα, θα μου πεις, blog μου είναι, γράφω την άποψή μου και σ’ όποιον αρέσει. Υπ’ αυτήν την έννοια, λοιπόν, κακώς που ασχολούμαστε εμείς μ’ αυτήν.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία σας.
- as eon είπε...
-
Παρακαλώ Φωτεινή, μας είναι ουσιώδες να συζητάμε για βιβλία.
Ωστόσο δε μπορώ να καταλάβω γιατί η αυστηρή κριτική ενός αναγνώστη (που αφορά το βιβλίο και όχι πρόσωπα ή προσπάθειες, ή οτιδήποτε άλλο εκτός σελίδων του) δεν έχει δικαίωμα να ακουστεί.
Προσωπικά, βλέπω θετικά κάθε έργο που προέρχεται από την επαρχία και από "μικρούς" εκδότες. Κουράγιο στις προσπάθειές σας. Απαντήστε με το έργο σας.
Βασίλης Συμεωνίδης - 6 Νοέμβριος 2008 9:19 μμ
- Κ.Υ.Π WALKING είπε...
-
Ως τακτικότατος αναγνώστης του και σχολιογράφος του blog, ειλικρινά εκπλήσομαι από κάποια πράγματα που διαβάζω και επί της ουσίας επιχειρούν να ακυρώσουν τη διαδικασία της κριτικής.
Είδα σκληρή κριτική με επιχειρήματα,σε καμμία περίπτωση κάτι που να θυμίζει λίβελλο.
Όσο καιρό σχολιάζω εδώ, πουθενά δεν είδα καμμία αντιμετώπιση του τύπου, αυτά γράφω,δικό μου είναι σ΄όποιον αρέσει, όπως υπονοεί η Φωτεινή και φυσικά δεν το είδα ούτε στην περίπτωση που συζητάμε.
Το θέμα της κριτική ούτε είναι ούτε ήταν ποτέ ηθικό με όρους μελοδράματος.
Ο Χ καλός άνθρωπος που παλεύει μέσα στο αρχιπέλαγος της εμπορικότητας και των άνισων ευκαιριών μ΄αφήνει εντελώς αδιάφορο, από τη στιγμή που εμείς εδώ συζητάμε για την ποιότητα της δημιουργίας του και όχι για τις κοινωνικές ανισότητες.
Αν είναι να βοηθήσω να πέσει η εμπορευματική κοινωνία και ο καπιταλισμός,δικαιούμε να ξέρω το γιατί. - 6 Νοέμβριος 2008 9:20 μμ
- anemos5 είπε...
-
μέσα απο προσωπικέ΄ς ιστορίες αναβιώνει ολόκληρη η ιστορία της Ελλάδας ..απο κατοχή πείνα εμφύλιο και μεταπολίτευση.ιστορικές μνήμες που αναβιώνουν απο τα προσωπικά δράματα , και έχουμε χρέος να τις διασώσουμε, και να τις δώσουμε ως ιστορική κληρονομιά στους νεώτερους.έχουμε χρέος..... μπράβο κύριε Νίκο
- 7 Νοέμβριος 2008 3:15 πμ
Mια ανοίκεια επίθεση. Απάντηση σε μια, μάλλον, κακοπροαίρετη αναγνώστρια
8 Νοέμβριος 2008 1:00 μμ
Χριστίνα είπε...
-
Ας δεχθώ ότι δεν έχω την ικανότητα να κρίνω ένα βιβλίο. Και ας μην είναι τόσο ενοχλητική μία αυστηρή κριτική αφού υπάρχουν τόσοι έπαινοι και βραβεία. Εύχομαι ο χρόνος να διαψεύσει τη δική μου "ανάγνωση" του βιβλίου.
Παρακαλώ τον ας εών να διακόψει τα σχόλια στην ανάρτηση αυτή. Είναι εξίσου δυσάρεστα για μένα όπως και για τον κύριο Ντακάκη. - 8 Νοέμβριος 2008 7:19 μμ
- as eon είπε...
-
Χρόνια Πολλά σ' αυτούς που γιορτάζουν σήμερα. Πάω να ευχηθώ στην Αγγελική, εδώ δίπλα μας...
- 8 Νοέμβριος 2008 7:34 μμ
Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008
Κρητική Επιθεώρηση 16 Σεπτεμβρίου 2008
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Αδελφότης των Στεναγμών (Μυθιστόρημα)
Νικολάου Ντακάκη
Πώς διάολο τα σκέφτεσαι παι πώς τα συνταιριάζει
κι ο αναγνώστης χάνεται, Ντακάκη σαν διαβάζει!
Βυθίζεται κι ακολουθεί δίπλα τον συγγραφέα,
άλλοτε χαμογελαστό κι άλλοτε με ρομφαία!
Ταξίδι ονείρου μαγικό παρέχει το βιβλίο,
"Η ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΣΤΕΝΑΓΜΩΝ" τ' ονειρεμένο πλοίο!
Χαλάλι σου να το πατείς, το χώμα στο Σφακάκι,
τιμή 'σαι για το Ρέθυμνο, Νικόλαε Ντακάκη!
Νίκο μου, το βιβλίο σου δεν είναι μια λυχνία,
μα προβολέας δυνατός για τη Λογοτεχνία!!
Κωστής Ι.Γ.Καλλέργης
Κ.Ι.Γ.Κ.
Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008
H Iουστίνη Φραγκούλη έγραψε
Η Μλπογκογειτονιά με έχει φέρει σε επαφή με καινούριο κόσμο απο όλα τα μήκη και πλάτη της γής. Ανάμεσα στις νέες γειτόνισσές μου είναι η Φωτεινή Σαμαριτάκη απο το Ρέθυμνο της Κρήτης, που αρέσκεται στο διάβασμα και προτείνει τα βιβλία που της ταιριάζουν.
Ενα απο τα αγαπημένα της αναγνώσματα- στο οποίο μάλιστα έχει συμβάλει και η ίδια με την δακτυλογράφηση του χειρόγραφου- είναι « Αδελφότης των Στεναγμών» του Νίκου Ντακάκη.
Το βιβλίο δεν έχει πέσει στα χέρια μου, αλλά παραθέτω την κριτική του συναδέλφου συγγραφέα Δημήτρη Βαβαρήγου, τον οποίο εκτιμώ τα μάλα.
Ο συγγραφέας
O Νίκος Ντακάκης είναι οικονομολόγος. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο όπου ζει και εργάζεται. Ασχολείται με τα κοινά σαν ενεργός πολίτης και αρθρογραφεί στον τοπικό τύπο.Έχει γράψει το βιβλίο «Όπως τ’ όνειρο» που κυκλοφόρησε το 2005 στο Ρέθυμνο.
Αποσπάσματα του βιβλίου «H Αδελφότης των Στεναγμών» με τη μορφή αυτοτελών διηγημάτων έχουν βραβευτεί σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Το «H Αδελφότης των Στεναγμών» είναι ένα βιβλίο βασισμένο σε μια πραγματική ιστορία.
Δημήτρης Βαρβαρήγος
από την παρουσίαση που έγινε στην Αθήνα 19-3-08
Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον το βιβλίο «Η αδελφότης των στεναγμών», του Νίκου Ντακάκη που κυκλοφόρησε τo 2007 από τις εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος.Από την πρώτη παράγραφο με γέμισε ενδιαφέρον, μου τόνωσε την περιέργεια για την εξέλιξη της μυθιστορίας και την τύχη των ηρώων.Με επιδέξιο αφηγηματικό τρόπο, ο συγγραφέας καταφέρνει από την πρώτη σελίδα να μπαίνει στα βαθιά με τη δυνατή πλοκή και τις διαδοχικές συνεχείς ανατροπές, όπου κάθε κεφάλαιο να τελειώνει με μια κατάσταση σύγκρουσης ή δοκιμασίας που επιζητεί την λύση της, δίνοντας την υπόσχεση της έντονης δράσης προσφέροντας το θετικό ενδιαφέρον του αναγνώστη να συνεχίσει το διάβασμα..Είναι αυτό που λέγεται για ένα καλό μυθιστόρημα πως, η επιτυχία του πεζού λόγου προκύπτει από την ένωση γνώσεων, φαντασίας, συναισθηματισμού και ικανότητα απόδοσης. Αυτά τα στοιχεία είναι ορατά κατά την ανάγνωση καθώς αντάμωνα ένα ρευστό κείμενο γραμμένο από δημιουργική, ένταση.Συνηθίζω για όποια βιβλία καλούμαι να μιλήσω να μην αναφέρομαι ιδιαίτερα αναλυτικά στο θέμα, διότι θεωρώ πως η συνεκτική αυτή αναφορά τις περισσότερες φορές μπορεί να αποδειχτεί πετυχημένη ή ανεπιτυχής, εύστοχη ή άστοχη μου είναι αδιάφορο καθώς αυτή θα είναι η κρίση μου και δεν θα δύναμαι να εκφέρω κάποια άλλη, όμως αυτή η πρακτική σκορπίζει τη μαγεία της ανάγνωσης.Αν εγώ τώρα σας αποκαλύψω το θέμα της ιστορίας, η διαδικασία αναγνώρισης του μύθου και των ηρώων θα χάσει την αίγλη που προσφέρει όταν θα το διαβάζετε, γι αυτό επιτρέψατε μου να μιλήσω για τη δυναμική του συγγραφέα και του χαρακτήρες που δραματοποιούν το έργο του.Σαν παζλ ο Νίκος Ντακάκης, ενώνει τα κομμάτια από τη ζωή των ηρώων του. Ξετυλίγει το αμπαλάζ του γενεαλογικού δέντρου, των οικογενειών που δρουν στο μύθο του, σε έναν κόσμο γεμάτο ομορφιές, αγωνίες, δύσκολες επιλογές, ανατροπές, επιτυχίες, έρωτες και θανάτους. Με άρτιες περιγραφές που δημιουργούν όμορφες εικόνες εξελίσσεται η μυθιστορία γεμάτη πάντα από απροσδόκητα γεγονότα και τροπές στην ξαφνική μεταβολή της ισορροπίας δυνάμεων.Παρ’ όλο που στο μυθιστόρημα υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες και οι σπονδυλωτές αναφορές σε αυτούς από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και με τη χρονική απόσταση που παρουσιάζονται θα μπορούσαν κάλλιστα να μπερδέψουν τον αναγνώστη, ο συγγραφέας έντεχνα υπενθυμίζει μέσω της αφήγησης κάποια στοιχεία της ταυτότητας τους και των γεγονότων που ενώνουν την προηγούμενη κατάσταση με την επόμενη, δίχως αναμνησιακές περιγραφές κάποιου αφηγητή για το χώρο και το χρόνο, το αποκαλούμενο flash back.Σύνθετη η πλοκή με αλυσιδωτές αντιδράσεις όσον αφορά τους χαρακτήρες του έργου, με την παρεμβολή παράλληλων ιστοριών που εξελίσσονται ταυτόχρονα με αυτή των κύριων πρωταγωνιστών, φωτίζοντας το κυρίως θέμα του βιβλίου.Είναι η πρακτική μιας γραφής που βλέπουμε στα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ με τις παράλληλες ιστορίες που αξιοποιεί το στοιχείο της αντίθεσης τόσο που να δίνει έμφαση στο βασικό του θέμα.Αυτό είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα για έναν συγγραφέα σε ένα έργο 400 σελίδων όπως του Ντακάκη, να βάλει τους ήρωες του να δρουν μέσα στα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα ενός τόπου με χωροχρονική σειρά χωρίς ασάφειες ώστε να ελαφρύνουν κι όχι να δυσκολέψουν την ανάγνωση.Αυτό το δύσκολο στάδιο το ξεπέρασε ο συγγραφέας με επιτυχία, όπως το ίδιο πέτυχε και με τις συγκρουσιακές δοκιμασίες και τις συναισθηματικές αντιδράσεις των κύριων, αλλά και των δευτερευόντων χαρακτήρων να είναι απόλυτα πειστικές και χωρίς ασαφή σημεία, πράγμα που τους καθιστά αληθοφανείς και άρα προσιτούς στον αναγνώστη να ταυτιστεί μαζί τους.Η αίσθηση του χώρου και του χρόνου διαφαίνονται και σκιαγραφούνται μέσα από τους ήρωες του έντονα σε κάθε αναφορά. Ο ρυθμός αφήγησης και οι διακυμάνσεις των γεγονότων, μεταβάλλουν τον περίγυρο σκιαγραφώντας περίτεχνα την ψυχολογική διάθεση των ηρώων.Οι αναλυτικές περιγραφές χαρίζουν εικόνες που μέσα τους αναγνωρίζονται περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά τον περίγυρο στη ροή των γεγονότων.Θυμόμαστε και μιλάμε για ένα βιβλίο που διαβάσαμε και μας άγγιξε γιατί ο συγγραφέας κατάφερε να δημιουργήσει αληθινούς χαρακτήρες που μας κάνουν να ταυτιζόμαστε με τα προβλήματα τους.Όταν αυτή η καταγραφή πετύχει, μένουν ατόφιες στη μνήμη μας οι επιθυμίες, οι πράξεις και οι πρακτικές των χαρακτήρων τους. Θυμόμαστε τα πάντα για τη ζωή τους και πολλές φορές ακολουθούμε τις εμπειρίες τους και στα προβλήματα της δικής μας ζωής.Η Αλεξάνδρα, ο Αντώνης Κουταλάς, η Κατερίνα, ο Δημήτρης Γιωργάκης, η Τασούλα, ο Μιχάλης, ο Απόστολος και αρκετοί άλλοι, είναι άνθρωποι απλοί γεμάτοι όνειρα που αναζητούν να ζήσουν μια ζωή ήσυχη κι ανέμελη. Είναι κι αυτοί κάποιοι από τους συνανθρώπους μας που έζησαν πολέμους, καταστροφές, φιλίες, έρωτες, πόνους και θλίψεις.Κάποιοι ευτυχισμένοι όπως ο Δημήτρης και η Τασούλα που είχαν αποκτήσει τρία παιδιά τον Γιώργη, την Αγάπη, τον Μανόλη κι άλλοι, όπως ο Κώστας και η Σοφία αποφασισμένοι για τα εμπόδια και τις ατυχίες τους να συνηθίσουν τη ζωή όπως τους χαρίζεται, αλλά με αγάπη.Εποχές με σοβαρές κοινωνικοπολιτικές ανατροπές που φέρνουν οι πόλεμοι. Ζωές γεμάτες απογοητεύσεις για όνειρα που δεν θα πραγματοποιηθούν. Και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο, την κατοχή, τον εμφύλιο, η δεκαετία του 50 φέρνει την ανασύνταξη των ψυχικών κομματιών που έμειναν ανέπαφα. Δεκαετία του 60 με την πικρή εμπειρία της δικτατορίας, μια εποχή που άρχιζε να φέρνει μαρασμό στις επαρχιακές πόλεις με τη φυγή πολλών ανθρώπων στις αστικές πόλεις για μια καλύτερη ζωή. Ο Δημήτρης Γιωργάκης μεταφέρει τα όνειρα και τις ελπίδες του στο θυρωρείο μιας πολυκατοικίας στην Αθήνα κι εκεί συναντάει την Αλεξάνδρα μια όμορφη κοπέλα που όταν αυτή μαθαίνει από τον Αντώνη Κουταλά το μυστικό της κορύφωσης όλου του βιβλίου που βεβαίως την αφορά και το οποίο όμως δεν αποκαλύπτεται, παρά προς το τέλος για να κλείσει ο κύκλος της ιστορίας.Έτσι αρχίζει στο πρώτο κεφάλαιο ο συγγραφέας δυναμικά και με κορύφωση που κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον στον αναγνώστη να μας παρουσιάζει τους ήρωες του, αληθινούς κι ευάλωτους, γεμάτους με όλα αυτά τα συναισθήματα που τρέφουμε όλοι μέσα μας.Στην πορεία της μυθιστορίας τους οι ήρωες που ενώ ο καθένας τραβάει το προσωπικό του Γολγοθά εμπλέκονται με τις παράλληλες ιστορίες τους τόσο απόλυτα που οι αντιδράσεις τους να σ’ επηρεάζουν ανάλογα με τη ψυχική τους κατάσταση.Το λέω διότι το βίωσα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης σε αυτό το ομολογουμένως ποιοτικό κείμενο.Διότι το ποιοτικό μυθιστόρημα δεν προσφέρει μόνο την τέρψη της ανάγνωσης αλλά και τον προβληματισμό. Αυτό συμβαίνει με το βιβλίο του Ντακάκη καθώς αναπτύσσει το θέμα του στο βάθος του χρόνου ταυτόχρονα με τη ψυχολογική κατάσταση και συναισθηματική φόρτιση των ηρώων του ώστε να συντελεί στην καλύτερη αποτύπωση της ζωής.Όταν ένα βιβλίο έχει καλά δομημένους χαρακτήρες μας είναι αδιάφορη η πλοκή της ιστορίας. Μπορεί ο δημιουργός να τους εντάξει σε οποιοδήποτε περιβάλλον, σε οποιονδήποτε μύθο, σε οποιονδήποτε χωροχρόνο που να έχει αφήσει ή και να αφήνει ακόμη πίσω του μια όμορφη αίγλη, αλλά να μην μας συγκινεί η καταγραφεί του διότι οι χαρακτήρες κινούνται σαν σκιές, δεν είναι σωστά δομημένες, δηλαδή, δεν είναι άψογα σκιαγραφημένοι όπως απαιτεί η καλή λογοτεχνία.Αυτοί είναι που προσδίδουν πάντοτε σε ένα κείμενο την απόλυτη δυναμική. Από αυτούς εξαρτάται να μας οδηγήσουνε στον κόσμο τους, στις επιθυμίες και στα όνειρά τους. Στις όποιες αναζητήσεις τους και να ταυτιστούμε και ακόμη - ακόμη να σπαράξουμε μαζί τους για τα λάθη, τις αποτυχίες και τα θέλω τους.Τρυφερό και έντονα ρεαλιστικό μυθιστόρημα. Μια εσωτερική συναισθηματική και άρτια λογοτεχνική περιγραφή για τις δεκαετίες που πέρασαν κι όσοι τις έζησαν γνωρίζουν πόσο καλά τις ζωντανεύει στη μνήμη τους ο συγγραφέας. Αλλά και οι νεότεροι μαθαίνουν γι αυτές μέσα από τους ήρωες, την πλοκή και τη δράση τους.Κείμενο που ικανοποιεί. Αισθήσεις που κινούνται με ειλικρίνεια ανάμεσα στις αληθινές ανθρώπινες προσδοκίες.Η γραφή παρουσιάζει εικόνες από την πραγματική ζωή που όσο επηρεάζουν τους πρωταγωνιστές άλλο τόσο επηρεάζουν και τον αναγνώστη.Η αδελφότης των στεναγμών, αρχικά ο τίτλος χαρίζει μυστήριο, ξυπνάει το απλό βιβλιοανγνωστικό ενδιαφέρον να το πιάσεις στα χέρια σου, να το εξιχνιάσεις. Και δεν λαθεύεις, μετά την αρχική ματιά αρχίζει αυτή η περίεργη γοητεία που ασκεί στον αναγνώστη το άρτιο κείμενο να το διαβάσει, να το ρουφήξει.Στην αρχή κατά την ανάγνωση γεννιέται το ερώτημα τι σχέση έχει ο τίτλος του βιβλίου, η αδελφότης των στεναγμών, αλλά όσο προχωρά η ανάγνωση αρχίζεις να αναγνωρίζεις από τα βιώματα των ηρώων, πως αυτός ο τίτλος, άλλωστε το αναφέρει ο συγγραφέας, είναι ο πλέον κατάλληλος καθώς φανερώνει, τη μεγάλη τελετή της αδελφότητας των στεναγμών του κυρίου μας. Ότι πιο ιερό έχει η πίστη μας είναι οι στεναγμοί κι οι οδύνες που είχε ο κύριος πάνω στο σταυρό. Αυτοί οι ίδιοι στεναγμοί και οι οδύνες κρατούν και συνενώνουν τις ζωές των ηρώων του Ντακάκη τόσο άρρηκτα δεμένους όσο δεμένους κρατά μεταξύ τους ανθρώπινους μυστικούς δεσμούς και στα πραγματικά γεγονότα της ίδιας της ζωή μας.Αυτό λοιπόν είναι το βιβλίο του Ντακάκη, μια πραγματικότητα γεμάτη αναζητήσεις, ανατροπές, ένα βιβλίο γεμάτο ζωή.Στη λογοτεχνία υπάρχουν δυο κύριες θεματικές κατηγορίες. Ιστορίες που στηρίζονται κυρίως στη δράση και σε ιστορίες που στέφουν τη δυναμική τους στην απεικόνιση των ηρώων.Το βιβλίο αυτό του Ντακάκη ακολουθεί το δεύτερο τύπο όπου τα περιστατικά ρέουν μέσα από την εξέλιξη και την αλληλεπίδραση των ηρώων και είναι σίγουρο πως δεν αφήνουν αδιάφορο τον αναγνώστη, αλλά αντίθετα τον συγκινούν και τον συναρπάζουν.Εδώ υπάρχει και μια σχηματική διάκριση. Στον πρώτο τύπο συνήθως ανήκουν τα μυθιστορήματα μαζικής κατανάλωσης, ο δεύτερος σε μυθιστορήματα αξιώσεων.Διάβασα με μεγάλη προσοχή το βιβλίο του Ντακάκη και με τη δική μου σχηματική άποψη κατατάσσω το βιβλίο του στον δεύτερο τύπο, δηλαδή στα μυθιστορήματα αξιώσεων.
Δεν έχω να πω περισσότερα, θα φτωχύνω ίσως τη δυναμική του βιβλίου καθώς τείνω να ομολογήσω, πως δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα να εκφέρονται προσωπικές απόψεις. Η προσέγγιση του έργου σαφώς δεν ταυτίζεται με την κριτική, αλλά δεν παύει να είναι το χειρότερο μέσο για ν’ αγγίξεις στο βάθος ένα έργο. Συμβαίνει συχνά για να μην πω πάντα σε πετυχημένες παρανοήσεις. Δεν μπορεί ο κάθε κριτής να συλλάβει και να εκφράσει τη ψυχική διεργασία του δημιουργού τη στιγμή της δημιουργίας του. Και απ’ ότι φαίνεται η δημιουργική δυνατότητα του Νίκου Ντακάκη πατάει σε γερές βάσεις και είμαι σίγουρος πως σύντομα θα παρουσιάσει κι άλλη δουλειά του δίνοντας του την ευχή να ξεπεράσει σε απόδοση και επιτυχία την προηγούμενη.
Η αφιέρωση
Ένας μεγάλος, (Στέφαν Στιλς), είπε:
«Τρία πράγματα μπορεί να κάνει
κάποιος για τις γυναίκες:
να τις αγαπήσει,
να υποφέρει γι’ αυτές,
να τις κάνει λογοτεχνία»
Θέλω να πιστεύω πως έκανα και τα τρία για σένα,
Στην Αμαλία της ζωής μου.
Δευτέρα 11 Αυγούστου 2008
Φωτογραφίες του βιβλίου
Πέμπτη 17 Ιουλίου 2008
Περιοδικό Ρωγμές τεύχος 9
Κυκλοφόρησε το 9ο τεύχος του περιοδικού ΡΩΓΜΕΣ
Συντακτική επιτροπή:
Κώστας Δανδουλάκης, Κατερίνα Κατσίρη, Ανδρέας Καρακόκκινος, Μαρίνα Κοκκινίδου, Δημήτρης Βαρβαρήγος
Περιεχόμενα:
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗ ΜΗΔΕΙΑ- Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΞΕΝΟΥ… (Ελένη Καρασαββίδου – Κάππα)
ΑΝΝΑ ΚΑΝΑΤΑ (Μιχαήλ Αγγελάκης)
- ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ – ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ (Μαρίνα Κοκκινίδου)
ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΑΝΩΓΗ (Κατερίνα Κατσίρη)
ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΤΡΕΛΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΗΓΗΜΑ (Ανδρέας Καρακίτσιος)
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ (John Morrison) (Απόδοση στα ελληνικά Μαίρη Μέγα-Ανώγη)
ΤΑΞΙΔΙΑΡΗΣ (Νίκος Δανδουλάκης)
ΠΛΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΡΑΧΟΥΣ (Δημήτρης Βαρβαρήγος)
ΜΕΛΊ (Νίκος Ντακάκης)
ΤΡΙΤΗ ΤΑΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ (Μαρία Καλύβα)
Η ΑΥΤΟΥΛΙΤΣΑ (Ελένη Στασινού)
ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ (Πουλχερία Σπηλιοπούλου)
- ΣΕΛΙΔΕΣ ΠΟΙΗΣΗΣ:Μετράω εννέα κατεδαφίσεις… (Αντζαράκις Εμμανουήλ)
Περάσματα (Μαρία Ανδρεαδέλλη)
Όταν οι αναμνήσεις γίνονται πρώιμη ιστορία (Θοδωρής Βοριάς)
Μεταίχμιο (9 ποιητικές ενότητες)Κώστας Δανδουλάκης)
Ποίημα Α΄(Ιωάννης Ν. Κυριαζής)
Α)Τα παιδιά, Β)Μια εικόνα (Βαγγέλης Κυριακός)
Μητέρα (Νίκος Β. Λαδάς)
Ο Τζάκυ (Τζίνα Μουκριώτη)
Δι’ ελέου και φόβου (Ισμήνη Δάλλα-Ντάτση)
Το τέλος (Χρήστος Χαραλαμπάκης)
Φαράγγια των αγγέλων (Γιάννης Ποδιναράς)
Α)Νυχτερινό χωρίς ανταπόκριση, Β)Καλοκαιρνή καταιγίδα (Γιάννης Ρηγόπουλος)
ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ (Γκράτσια Σπ. Δεπούντη)
ΠΙΤΣΑ ΜΠΟΥΡΝΟΖΟΥ – Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ «ΑΜΑΝΤΑ» ΤΟΥ Τ. ΟΥΙΛΙΑΜΣ (Κατερίνα Κατσίρη - Ελένη Καρασαββίδου)
«ΦΡΥΝΗ ΕΠΙΚΛΕΟΥΣ ΘΕΣΠΙΚΗ» (Θανάσης Γραμμέλης)
- ΣΕΛΙΔΟΔΕΙΚΤΗΣ
Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008
Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008
Oμιλία Νικόλαου Παπαδογιαννάκη
Ν. Ντακάκης, Η Αδελφότης των Στεναγμών
«Λέγεται πως τον παλιό καιρό (τούτη η πολιτεία) ακούστηκε στον κόσμο για το εμπόριό της, πως πρόκοψε στη ναυτωσύνη, γέννησε κιόλας δυο-τρείς καλούς ποιητάδες και ζωγράφους , πού ’ναι πάντα χρειαστοί για να βαστιέται τ’ όνομα ενός τόπου ακατάλυτο, όταν βουβαθούν τα παζάρια του κι οι ταρσανάδες ρημάξουν και τα καλήτερα παιδιά του κάμουν φύλλα και φτερά».
Κυρίες και Κύριοι,
Αυτά τα λόγια της πρώτης σελίδας από «Το Χρονικό μιας Πολιτείας» του Π. Πρεβελάκη θυμούμαι κάθε φορά που κάποιο τέκνο του Ρεθέμνους, παίρνοντας χαρτί και καλαμάρι αποφασίζει ν’ αφήσει - με πολλή γενναιότητα – τα πεζά και φθαρτά του κόσμου τούτου και να αναχθεί στην Απάνω Κρήτη της γραμματοσύνης∙ να κυοφορήσει και να γεννήσει ό,τι απομένει πέρα από τον οκνό καιρό της καθημερινότητας.
Σήμερα έχω τη χαρά να επιχειρήσω την παρουσίαση του έργου ενός τέκνου αυτής της πολιτείας, το οποίο, αν και η του βίου μέριμνα το κρατεί σφιχτοδεμένο επαγγελματικά με τα έωλα και πεζά, δοκιμάζει και ολοκληρώνει μια πτήση, μιαν απόδραση που δεν είναι φαινόμενο καθημερινό. Και ακόμη ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο: Αν και ο νεορρεαλισμός των τελευταίων δύο τουλάχιστον δεκαετιών στη πεζογραφία μας απαιτεί την χρήση μιας γλώσσας που εκτείνεται στην περιοχή των «ου φωνητών», προκειμένου το έργο να κινηθεί ανάμεσα στα «ευπώλητα», ο Νίκος Ντακάκης με ρεθεμνιώτικη σεμνότητα διατηρεί τις ισορροπίες….
Κι ακόμη ένα τρίτο: Ο Νίκος Ντακάκης με την πρώτη του εμφάνιση στον χώρο του μυθιστορήματος με το έργο «Όπως τ’ όνειρο», μας δίδει σε απόσταση αναπνοής, μόλις σε μια διετία το δεύτερο μυθιστόρημά του «Η Αδελφότης των Στεναγμών», που θα δοκιμάσω να σας παρουσιάσω απόψε ή τουλάχιστον τη δική μου ανάγνωση και πρόσληψη. Και το λέω έτσι, επειδή η αναφορά σ’ ένα έργο με παρόντα τον δημιουργό, παρουσιάζει επιπλέον δυσκολίες, αν θέλετε, και αναστολές. Δεδομένου, όμως, ότι το έργο τέχνης παρέχει πάντοτε την ελευθερία της προσωπικής ανάγνωσης – εντός ορίων πάντοτε – αποτελεί και ένα ισχυρό άλλοθι ώστε η δική μου ανάγνωση να μην θεωρηθεί ως πράξη βεβήλωσης η παραμόρφωσής του.
Με τις αρχικές αυτές σκέψεις προάγομαι στην παρουσίαση. Και αρχικά στη οριοθέτηση του χώρου και του χρόνου· χωρικά τα κυρίως δρώμενα αναπτύσσονται ανάμεσα σε δυο πόλεις, στη Χώρα (το Ρέθεμνος δηλ.) και τα Χανιά, με μερικότερες αναφορές και σκηνές στο Ηράκλειο, στο αλβανικό μέτωπο του ’40, στην Αθήνα της δικτατορίας, σ, ένα χωριό που δεν κατονομάζεται κοντά στο Ρέθυμνο και στην Αγιά-Φωτιά στα νότια του νομού.
Χρονικά η ιστορία του έργου καλύπτει την περίοδο από το τέλος του οθωμανικού ζυγού και της αρχή της Αυτονομίας (1898) μέχρι τους μετά τη Μεταπολίτευση (1974) χρόνους. Μια μακρά περίοδο με εξαιρετικά μεγάλους σταθμούς στην Νεώτερη Ιστορία της Ελλάδος και της Κρήτης.
Στο χωροχρονικό αυτό πλαίσιο αναπτύσσεται σε μια πλατιά τοιχογραφία η δράση των προσώπων που δομούν ή αποδομούν τη μοίρα τους· μια μοίρα που αυτοπροσδιορίζεται ως μερίδιο ευθύνης και ορίζει την εξέλιξη του έργου, αλλά και μια μοίρα ως προσδιοριστικό πλαίσιο εξωτερικών παραμέτρων, ως Ανάγκη, από την οποία τα πρόσωπα αυτά υποχρεωτικά ετεροπροσδιορίζονται.
Ο χρόνος της ιστορίας του έργου αφετηριακά είναι το τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη. Οι τελευταίες επαναστάσεις που θα οδηγήσουν στην Αυτονομία είναι καθοριστικές και για τις αλλαγές στον οικονομικό άτλαντα της Νήσου Οι οικονομικά ισχυροί Οθωμανοί, διαισθανόμενοι τη επικείμενη αλλαγή στον πολιτικό χάρτη, μεριμνούν για τη μετακίνησή τους προς ασφαλέστερες περιοχές. Αποτέλεσμα των μετακινήσεων είναι η εκποίηση των περιουσιών και η οικονομική άνοδος των Χριστιανών. Νέοι ισχυροί οίκοι θεμελιώνονται. Είναι τα νέα τζάκια. Τα βλέπουμε να εμφανίζονται, από διαφορετική οπτική στο λογοτεχνικό έργο του Π. Πρεβελάκη και του Ανδρέα Νενεδάκη αντίστοιχα.
Στο μυθιστόρημα του Ντακάκη θα εμφανιστούν, ενδεδυμένα, βέβαια, όπως το απαιτεί το έργο με δυο ονόματα πλαστά. Ο Στέφανος Αλεξίου στα Χανιά και ο Αλκιβιάδης Κουταλάς στη Χώρα (το Ρέθεμνος). Χρυσικός ο πρώτος και με πολλά ακίνητα στην πόλη· με Εταιρεία Γενικού Εμπορίου ο δεύτερος και συνεργασία μάλιστα με της Διεθνή Εξαγωγική Εταιρεία του Απόστολου Κυριακού στο Δυρράχιο.
Σύμβολα της οικονομικής τους ισχύος είναι το αρχοντικό του πρώτου στην αριστοκρατική τότε περιοχή των Χανίων στα Δικαστήρια και την Μπόλαρη με τα νεοκλασικά και τους απέραντους κήπους, την νυν εκσυγχρονισμένη και αξιοποιημένη ως λεωφόρο Ηρώων Πολυτεχνείου με τις πολυκατοικίες. Ο Αλκιβιάδης Κουταλάς αντίστοιχα έχει το δικό του αρχοντικό στη Χώρα και το υποστατικό του, με ελαιόμυλους και αλευρόμυλους, σ’ ένα χωριό νότια της πολιτείας – παλιό μετόχι ενός Αγά, αγορασμένο από τον πατέρα του σε καλή τιμή και στην κατάλληλη στιγμή.
Η ευτυχία, όμως, και τα αγαθά του κόσμου τούτου δεν έχουν διάρκεια. Για να θυμηθούμε τον Εκκλησιαστή:
« òkodÒmhs£ moi o‡kouj,
™fÚteus£ moi ¢mpelînaj,
™po…hs£ moi k»pouj kaˆ parade…souj
kaˆ ™fÚteusa ™n aÙto‹j xÚlon p©n karpoà·
™po…hs£ moi kolumb»qraj Ød£twn
toà pot…sai ¢p' aÙtîn drumÕn blastînta xÚla·
™kths£mhn doÚlouj kaˆ paid…skaj,
Øpr p£ntaj toÝj genomšnouj
œmprosqšn mou ™n Ierousalήm·
sun»gagÒn moi ka… ge ¢rgÚrion kaˆ crus…on
™po…hs£ moi °dontaj kaˆ doÚsaj
kaˆ ™ntruf»mata uƒîn toà ¢nqrèpou
o„nocÒon kaˆ o„nocÒaj·
kaˆ ™megalÚnqhn kaˆ prosšqhka
par¦ p£ntaj toÝj genomšnouj
œmprosqšn mou ™n Ierousalhm·
κα`ι [ιδού τα πάντα ματαιότης).
Ολόκληρο το σκηνικό της ευτυχίας είναι επίπλαστο. Ο σ. μας προϊδεαζει, άλλωστε, με την ανάδρομη διάταξη της αφήγησης από την πρώτη σκηνή του έργου με την Αλεξάνδρα να έχει ακούσει το αποτρόπαιο μυστικό που συνδέει τις δυο δυναστείες.
Επανέρχομαι, όμως. Η πρώτη περιπέτεια («η είς τα εναντίον των πραττομένων μεταβολή», κατά τον Αριστοτέλη) κάνει την εμφάνισή της· ο Αλκιβιάδης Κουταλάς έχει περιπέσει «εις ύβριν»· έχοντας αίσθηση της οικονομικής του ισχύος, επιχειρεί μεγάλα οικονομικά άλματα. Η επιχείρησή του ναυαγεί μαζί με το ναυάγιο της «Ερατώς», του εμπορικού πλοίου, όπου είχε φορτώσει μαζί με το εμπόρευμα τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες του για ένα άνοιγμα στις τότε ευρωπαϊκές οικονομικές προοπτικές. Ακολουθεί η αυτοκτονία του και η δυστυχία της οικογένειας με την εκποίηση της περιουσίας για την εξόφληση των χρεών. Η αρχόντισσα σύζυγός του η Άννα μπαίνει παραδουλεύτρα και ο γιος, ο μικρός Αντώνης γίνεται κουλουράς. Τότε θα συναντήσει τον Κώστα, τον μοναχογιό του Στέφανου Αλεξίου, διευθυντή της Γεωργικής Τράπεζας, που κι αυτός σέρνει τη δική του μοίρα· έχει γνωρίσει την ορφάνια (η μάνα του πέθανε στη γέννα), κι αν και τιμήθηκε, με το αριστείο ανδρείας για τον ηρωισμό του σε μάχη, στην Μικρασιατική εκστρατεία, έχασε, όμως, τον καλύτερο φίλο του τον Άγγελο. Τώρα διευθύνει τη Τράπεζα και επισκέπτεται το παράρτημα του Ρεθύμνου μια φορά την εβδομάδα Είναι χωρίς παιδιά και τα πλούτη και η καίρια θέση του δεν τον παρηγορούν. Βρισκόμαστε στα 1929. Η συνάντηση με τον Αντώνη θα είναι αποφασιστικής σημασίας για τον τελευταίο. Θα τον στηρίξει και θα τον μάθει να αποταμιεύει σε εμπόρευμα· να κάνει λάδι με τις οικονομίες του.
Με το ξέσπασμα του πολέμου ο Αντώνης βρίσκεται στο μέτωπο, με την Κρητική Μεραρχία. Εκεί θα γνωρίσει τον Μιχάλη Δημητράκη από την Αγιά Φωτιά. Όταν ο τελευταίος σκοτώνεται σε μάχη, ο Αντώνης αναλαμβάνει τη βαριά αποστολή να φέρει, μαζί με το θλιβερή αγγελία, τα προσωπικά αντικείμενα του σκοτωμένου στη γυναίκα του Μιχάλη, την Κατερίνα. Στη συνέχεια θα επιδοθεί κατά τη διάρκεια της Κατοχής, με τα αποταμιευμένα προϊόντα στο εμπόριο. Είναι όμως ένα ήπιος μαυραγορίτης, αφού γνοιάζεται όλους εκείνους που δεν μπορούν να αγοράσουν και πεθαίνουν της πείνας. Με τον τρόπο αυτό εμφανίζεται «καθαρός» μετά την Κατοχή, αλλά και πλούσιος από την εμπορική του δραστηριότητα και καθίσταται, με προσεκτικά πάντοτε βήματα, ένα από τα πρώτα οικονομικά ονόματα στη Χώρα. Αγοράζει και αποκαθιστά το πατρικό αρχοντικό και το υποστατικό.
Στα επόμενα ο Αντώνης θα συναντήσει την Κατερίνα στο περίπτερο που η τελευταία έχει ανοίξει στη Χώρα. Η συνάντηση και οι επόμενες επισκέψεις στο περίπτερο θα καταλήξουν σε μια σχέση που η συνέχειά της θα είναι οι ερωτικές συνεντεύξεις τους στο ανακαινισμένο πατρικό αρχοντικό. Όταν, όμως η Κατερίνα αναφέρει την εγκυμοσύνη της, ο Αντώνης αρνείται κατηγορηματικά να την παντρευτεί. Η οικονομική και κοινωνική του επιφάνεια, ακόμη και οι βλέψεις του για την πολιτική – γι’ αυτό και οι τόσες κουμπαριές και φιλίες του στα χωριά – θεωρεί πως δεν θα ταίριαζαν σ’ έναν τέτοιο γάμο. Κάποια βραδιά μάλιστα την πετάει γυμνή στον δρόμο, για να τη βρεί και να την οδηγήσει στο σπίτι της ένας φιλεύσπλαχνος και εχέμυθος ταξιτζής. Τελικά ο Κώστας Αλεξίου αναλαμβάνει να υιοθετήσει το παιδί παρουσιάζοντάς το σαν δικό του. Είναι η Αλεξάνδρα που ανέφερα παραπάνω.
Ο Αντώνης, ωστόσο, κάνει ένα γάμο σύμφωνο με την κοινωνική του επιφάνεια Παντρεύεται την Αφροδίτη, κόρη του Χωρατάκη, λαδέμπορου στη Χώρα. Καρπό της ένωσης θα είναι ο Άλκης (Αλκιβιάδης). Γύρω στο ’70, φοιτητής στο Πανεπιστήμιο ο Άλκης, θα γνωρίσει υπό δραματικές συνθήκες την Αλεξάνδρα που σπουδάζει κι αυτή διακοσμητική,. Στρατευμένη η ίδια με τους αντιδικτατορικούς, πληροφοριοδότης αυτός με την αστυνομία. Τη δραματική βραδιά του Πολυτεχνείου ο Άλκης τραυματίζεται από αδέσποτη σφαίρα και η πονόψυχη Αλεξάνδρα τον μεταφέρει στο σπίτι της και καλεί γιατρό. Οι ημέρες της ανάρρωσης θα είναι και οι ημέρες της ανάπτυξης ποκίλων συναισθημάτων· εχθρικών απέναντι στον χαφιέ, θετικών απέναντι στον άλκιμον Άλκη. Δεν θα αργήσουν μάλιστα να φτάσουν να ετοιμάζουν τ’ αρραβωνιάσματα.
Ο αναγνώστης, ασφαλώς, διαπιστώνοντας τα φοβερά τελούμενα θα φρικιά, όπως αντίστοιχα και ο Αντώνης Κουταλάς, αλλά και ο σύντεκνός του ο Δημήτρης Γιωργάκης, που γίνεται αποδέκτης της εξομολόγησής του.
Ωστόσο, ο σ., που δεν θα ήθελε, όπως μου είπε, μια κάθαρση με καταστροφή των ηρώων, διαλέγει την ευριπίδεια λύση, με τον από μηχανής θεόν. Είχαμε εγκαταλείψει την Κατερίνα έγκυο και την συμφωνία μεταξύ του Κώστα Αλεξίου και του Αντώνη Κουταλά το παιδί να γεννηθεί ως παιδί του πρώτου, όπως και έγινε. Μετά την γέννηση της Αλεξάνδρας, η Κατερίνα, που δεν πίστεψε ποτέ ότι το παιδί της γεννήθηκε νεκρό, το αναζητεί με πάθος που καταλήγει στο ποτό και η ίδια σε κάποιο άσυλο, σχεδόν τρελή. Μεσολαβεί, μια παρέμβλητη σκηνή κατά την οποία η Κατερίνα τον πρώτο καιρό των συναντήσεων με τον Αντώνη εξαφανίζεται μεταβαίνοντας στην Αγιά Φωτιά. Εκεί την επισκέπτονται ένας μυστηριώδης μοναχός, ο Θεοφύλακτος, από τα μέρη του Ολύμπου και ο αδελφός του άντρα της ο Αποστόλης, που συλλέγουν δωρεές για το μοναστήρι και το φιλανθρωπικό έργο του. Ανήκουν στην Αδελφότητα των Στεναγμών. Εκεί στο σπίτι, στην Αγιά Φωτιά τελεσιουργείται ένας εξαγνισμός. Στην πραγματικότητα, όπως, ο μοναχός ρίχνει κάποιο φίλτρο στο καθαγιασμένο κρασί της τελετής και η Κατερίνα που το πίνει έχει παραισθήσεις και συνευρίσκεται με τον κουνιάδο της, τον Αποστόλη. Το διαπιστώνει την επομένη και όταν κατεβαίνει στη Χώρα ενδίδει, απρόσμενα για τον Αντώνη, στην πολιορκία του.
Αυτή η παρέμβλητη σκηνή παρουσιάζεται στην Αλεξάνδρα, όταν η τελευταία μετά την συνάντησή της με τον Αντώνη Κουταλά, τρέχει να βρει την Κατερίνα, τη μάνα της. Αυτήν που χρόνια τώρα προσμένει την Αμαλία της (έτσι είχε ονομάσει την Αλεξάνδρα που δεν γνώρισε ποτέ).
Ακολουθεί η αναγνώριση και η αποκάλυψη της αλήθειας, για να φθάσει πλέον η πλοκή στο εμφανώς αναμενόμενο αίσιο τέλος και τη αποκατάσταση «της παραδεδεγμένης τάξεως των πραγμάτων» για τον Άλκη και την Αλεξάνδρα, αλλά και για τον Αντώνη Κουταλά και την Κατερίνα, που τώρα πια είναι κι αυτός ελεύθερος, αφού «η Αφροδίτη, η παρδαλή η κόρη του Χωρατάκη» τον είχε αφήσει, για χάρη του φίλου της του φωτογράφου.
Η Αδελφότης των Στεναγμών είναι ένα κλασσικό μυθιστόρημα στα όρια του νεορεαλισμού, αλλά και στα χνάρια της παράδοσης που μας άφησε το μυθιστόρημα της Δεύτερης Σοφιστικής, που έχει διδάξει του αιώνες στο είδος του με μοτίβα πανάρχαια να αναδύονται στο έργο, όπως: Η πτώση του ισχυρού, ο χωρισμός των δύο ερωτευμένων με παρεμβαλλόμενα εμπόδια, το χαμένο παιδί και η επανεύρεσή του. Μοτίβα τα οποία κληρονομήθηκαν στην Αναγέννηση κα στη δική μας Κρητική Λογοτεχνία του ΙΖ΄αι.
Παρατηρείται γενικά ότι ο Ν. Ντακάκης στο έργο του επικεντρώνει την αφήγηση στους χαρακτήρες, στην ψυχοσύνθεση των προσώπων. Το ιστορικό περικείμενο, με τα τόσα κοσμοϊστορικής σημασίας γεγονότα, ιχνογραφείται σαν ένας στοιχειωδώς αναγκαίος καμβάς, που πολύ λίγο επηρεάζει την εξέλιξη των πραγμάτων· απλά αυτά υπάρχουν εκεί.
Η τελευταία δεκαετία πριν από την Αυτονομία είναι μόνο μια αναφορά, με αφορμή την αγοραπωλησία περιουσιών.
Η Μικρασιατική εκστρατεία και η καταστροφή είναι περιθωριακά. Αναφέρονται μόνο μέσω της ηρωϊκής πράξης του Κώστα.
Ο πόλεμος του ’40 παρουσιάζεται μόνο μέσα από τον θάνατο του Μιχάλη, η Αντίσταση μέσω της μη συμμετοχής του Αντώνη.
Το Πολυτεχνείο μόνο μέσω του χαφιεδισμού του Άλκη, και της αναφοράς στους περιστασιακούς φίλους και ομοϊδεάτες της Αλεξάνδρας και της αποστροφής τους προς τον Άλκη.
Όλα τα ιστορικά γεγονότα είναι εκεί μόνο μέσω των προσώπων. Θα έλεγα ακούγονται σαν κάποιες μακρινές ντουφεκιές. Παρόμοια περίπτωση μπορούμε να βρούμε στη Νεοελληνική Πεζογραφία στον Λουκή Λάρα του Δημητρίου Βικέλα.
Αυτή η εστίαση στα πρόσωπα κάνει και την περιγραφή της φύσης να έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Το αρχοντικό του Αλεξίου έχει ένα τεράστιο κήπο αλλά είναι μόνο ένα πλαίσιο.
Το υποστατικό του Αλκιβιάδη Κουταλά έχει ένα θαυμάσιο τοπίο, αλλά το γνωρίζουμε μόνο μέσω της εκτίμησης ενός εμπόρου: «Είναι όλο δικό σου;», αναφωνεί ο Απόστολος Κυριακού. Και σε μια περιγραφή του τοπίου του υποστατικού πάλι μπαίνουν τα οικονομικά μεγέθη. Το τοπίο μόλις που αναπνέει: «Έμεινε με το στόμα ανοικτό ο Απόστολος Κυριακού, μόλις πάτησε στην αυλή του σπιτιού. Είχαν φτάσει στην κορυφή του λόφου. Η θέα από κει πάνω ήταν μαγευτική. στα πόδια τους, στα βορινά, απλωνόταν ολόκληρη η πόλη κα στη συνέχεια φαινόταν η θάλασσα μπλε και άσπρη. Ανατολικά και δυτικά, όπου έφτανε το μάτι τους, λόφοι και λαγκαδιές γεμάτοι ελαιώνες».
Αυτή η εστίαση και η έμφαση στα οικονομικά μεγέθη είναι που δημιουργεί στον αναγνώστη και την αίσθηση της απαξίωσής τους. Οι κύριοι ήρωες του έργου δημιουργούν ένα έωλο οικοδόμημα, μια κλίμακα αξιών, η οποία γίνεται παγίδα που μέσα της πέφτουν τα ίδια, επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο αυτό τους λόγους του Εκκλησιαστή που ανέφερα στην αρχή. Λυτρώνονται, μόνο όταν απαρνούνται τις κοινωνικές προκαταλήψεις και τα διαχωριστικά τείχη (όπως στο τέλος ο Αντώνης Κουταλάς απέναντι στην Κατερίνα), τα ιδεολογήματα και την στράτευση (όπως η Αλεξάνδρα απέναντι στον Άλκη και τους ιδεολογικούς συντρόφους της) και πορεύονται αγνοί, κεκαθαρμένοι και δεδιδαγμένοι στους αναβαθμούς του αληθινού έρωτα και της αγάπης.
Παρουσίαση στη Μονή Αρσανίου 25-06-2008
Ο κ.Μιχάλης Τρούλης
Ο κ.Νικόλαος Παπαδογιαννάκης
Η κ. Ελπινίκη Νικολουδάκη-Σουρή
Ο Δήμαρχος Αρκαδίου κ. Μανόλης Μανωλακάκης
Καταλαβαίνω, εν μέρει, τη δυσαρέσκεια σου αγαπητέ Νίκο Ντακάκη. Όταν κάποιος εκτίθεται δημοσιοποιώντας κείμενά του, εκδίδοντας βιβλία του, πράττοντας δημόσια κλπ, προφανώς έχει υπόψη του ότι θα συζητηθεί. Θετικά και αρνητικά. Αν ο λόγος ήταν απλώς «περί ορέξεως» τότε δε θα συζητούσαμε στο διαδικτυακό χωριό, αλλά ο καθένας στο χωριό του. Και όταν η «κολοκυθόπιτα» στοιχίζει, ας πούμε 17 ευρώ, τότε οφείλουμε να πούμε αν ήταν νόστιμη ή όχι. Και εγώ ως αναγνωστικό κοινό γράφω και εκθέτω τον εαυτό μου.
Βεβαίως, και δέχομαι τους ισχυρισμούς σου για τις καλές προθέσεις σου. Προφανώς κάποια ανάγκη έκφρασης σε οδήγησε στη συγγραφή και μακάρι (ίσως πρέπει) να συνεχίσεις. Έχω υπόψη μου – και από το αυτί του εξώφυλλου – ότι έχεις γράψει το βιβλίο «Όπως τ’ όνειρο», έχω υπόψη μου και τις «Αθιβολές», έχω δει και άλλα διαδικτυακά σχετικά δημοσιεύματα. Έχεις δίκιο και συμφωνούμε απόλυτα για τα σχετικά με το βιβλίο, την αξία του και την προώθησή του.
Δεν υπάρχει λόγος να με ευχαριστείς. Δε μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να ζητάς συγγνώμη για το διάλογο. Εγώ σ’ ευχαριστώ για την αξία που δίνεις στο δημοσίευμα ενός απλού αναγνώστη. Συνέχισε να γράφεις.
(Αν θες μπορείς να λάβεις υπόψη σου κάποιες επισημάνσεις αναγνωστών σου, έστω τις θετικές).
Αν σου είναι τόσο δυσάρεστο, μπορώ να σβήσω το ποστ και τα σχόλια.
Βασίλης Συμεωνίδης
Έγραψα ένα περίπου αυτοκριτικό σχόλιο,επειδή αισθάνθηκα ότι δεν θα μπορούσα να μιλήσω θεωρητικά για κάτι που δεν έχω διαβάσει, αλλά και γενικότερα επειδή πλήν εξαιρέσεων δεν διαβάζω ιδιαίτερα σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.
Η αίσθηση μου αυτή κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, σε σχέση με το είδος της βιβλιοκριτικής που ασκείται στο συγκεκριμένο blog από τη Χριστίνα και τον as eon και είναι πάντα πραγματική κριτική και αφορμή για ευρύτερους προβληματισμούς, άρα δεν ταιριάζει με κανενός είδους γενικολογίες.
Δεν μπορώ να κρίνω το βιβλίο, μπορώ όμως να πάρω θέση στο διάλογο.
Πιστεύω ότι η κριτική της Χριστίνας θέτει πολύ συγκεκριμένα ζητήματα, που ζητούν αντίστοιχης επικέντρωσης στο θέμα απαντήσεις και όχι γενικολογίες ή κολοκυθόπιτες.
Δεν βλέπω γιατί ο διάλογος με τον τρόπο που αναπτύχθηκε εδώ είναι δυσάρεστος.
Θεωρώ κλισέ κάθε διαλόγου περί βιβλίου και καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, ότι η επαφή με το κοινό είναι σχεδόν αποκλειστικά,ζήτημα προώθησης και διαφήμισης, χωρίς να παραγνωρίζω το πόσο σημαντικές παραμέτρους αποτελούν. Δεν πιστεύω ότι κανένα αξιόλογο βιβλίο πολτοποιείται, μόνο και μόνο επειδή το φάγαν τα...κυκλώματα.
Παραμένω δύσπιστος σε μιά χώρα που κυριαρχούν κλισέ τέτοιου τύπου κι έτσι με πείθει απόλυτα η επιχειρηματολογία και καθόλου οι διαθέσεις και οι ορέξεις.
Ίσως πράγματι ο πιο ακατάλληλος να μιλήσει για το έργο του να είναι ο ίδιος ο δημιουργός του. Η συναισθηματική του εμπλοκή τον κάνει ανίκανο να έρθει στην κατάλληλη απόσταση και να αντιμετωπίσει κάποια αρνητική κριτική με καθαρό μυαλό. Τώρα καταλαβαίνω περισσότερο τον ας εων που διστάζει να σχολιάζει σύγχρονα έργα, "τελευταίας σοδειάς".
Κ. Ντακάκη, δε μίλησα για αρνητικές προθέσεις με απόλυτη σιγουριά: " ΑΝ η πρόθεση ήταν καθαρά εμπορική, δηλαδή ένα εύκολο κέρδος, καλώς έπραξα και το επισήμανα κλπ. κλπ". Πώς άλλωστε μπορεί κανείς να ξέρει;
ας εων@ συμφωνώ φυσικά ότι εκτίθεται και ο αναγνώστης όταν καταθέτει την απόψή του.
κ.υ.π.@ με κάλυψες απόλυτα, σ' ευχαριστώ...