Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Νίκος Ντακάκης "Η Αδελφότης των Στεναγμών" Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος

Το άρθρο αυτό σε αρχική μορφή πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία στις 21 Οκτωβρίου 2008

Νίκος Ντακάκης «Η αδελφότης των στεναγμών» Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος

Written by Βασιλική Πιτούλη
Sunday, 23 January 2011 11:40

Αυτή, τον μελλοντικό πεθερό της πήγαινε να συναντήσει, κι είχε αγωνία για το πώς θα εξελισσόταν η πρώτη της επαφή με τον πατέρα του Άλκη.

Ώστε έτσι, Άλκη τον έλεγαν τον δικό της; Γιατί δεν είχε κανένα πιο λαϊκό όνομα, όπως Μήτσος ή Κώτσος; Ξέρω, ξέρω, θα είναι καμιά από κείνες τις ξενέρωτες, τις ακατάδεχτες, που να πέσει η μύτη τους κάτω δε θα σκύψουν να τη σηκώσουν. Γιατί, μωρ’ συ; Στο Μπάκιγχαμ γεννήθηκες; Με english tea και butter cookies σε είχανε μεγαλωμένη; Ξέρω εγώ μερικές που αλέθανε ψωμί κι ελιά στο χωριό τους, μαζεύανε και τ’ αυγά από τις φωλιές, κόβανε και το λαρύγγι στις κότες. Αδίστακτες και αιμοσταγείς. Βάζανε νερό να βράσει στο καζάνι να μαδήσουνε που λέτε τις φουκαρούδες τις κότες, τώρα μαδάνε τα φρύδια τους, μαδάνε τα μπικίνι, και κάνουν πως δεν μας ξέρουν. Η κακία θα τους μείνει.

Επανέρχομαι στην ηρωίδα των στεναγμών. Το γεγονός ότι είχε επιμείνει να τη συναντήσει μόνη της, την παραξένευε βέβαια, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί τον πραγματικό λόγο.

Καλέ, μήπως πήγε ο νους σας στο πονηρό; Ξέρετε πόσοι πεθεροί είναι κολασμένοι; Άσε που μερικές νύφες βολεύονται, κι έχουν και το γαμπρό, και τον πεθερό, άντε και κανέναν κουνιάδο για να περνάει η ώρα. Η Σαπφώ Νοταρά τους χρειάζεται, για να πει φορώντας το καπελάκι της με τη βραχνή της φωνάρα: «Εδώ μέσα γίνονται Σόδομα και Γόμορρα». Α γεια σου.

Επανέρχομαι στον πεθερό των στεναγμών. Τον άκουγε να της λέει όλα αυτά τα απίθανα κι εξωπραγματικά. Καλά, δεν την έβλεπε; Δεν καταλάβαινε πως τη σκότωνε; Κάθε λέξη που έβγαινε από τα χείλη του, ένιωθε να της αφαιρεί τη ζωή σταγόνα σταγόνα.

Πω πω, καλέ τι μοχθηροί που είσαστε; Αν είναι να μου βγαίνει η ψυχή, να πηγαίνει η καρδούλα μου στην Κούλουρη για να ξεφωνήσω… συγγνώμη, να κρίνω βιβλία, να λείπει το βύσσινο. Δεν είναι ζωή αυτή, θα διαμαρτυρηθώ. Στα Ηνωμένα Έθνη, στη Διεθνή Αμνηστία, όπου μπορέσω να χωθώ η γυναίκα. Θα πω ότι εσείς που τολμάτε να γράφετε, είστε μοβόροι και μου ταράζετε την ψυχική μου ηρεμία. Ζω ένα δράμα. Συνεχίζω με τους στεναγμούς, δεν πτοούμαι με τίποτε. Καλά να πάθω, έχω φαίνεται μαζοχιστικές τάσεις. Που να στενάξω, να τρελαθούν όσοι μ’ ακούσουνε… Ξέρετε τι καλά που στενάζω, όταν θέλω; Όχι, όχι, δεν ακούω τίποτε. Θέλω να στενάξω, ζήλεψα από το βιβλίο. Ααααααχχ!

Ξανά πίσω στην αναστενάρα ηρωίδα. Ο ίδιος ισχυριζόταν πώς ήταν ο πατέρας της και με τον Άλκη, τον μοναδικό άνθρωπο που της είχε απομείνει, που θα ’δινε και τη ζωή της ακόμη γι αυτόν, ήταν λέει αδέρφια και δε μπορούσαν να παντρευτούν.

Να τη η τραγωδία που σας έλεγα. Βγήκαν αδέρφια οι ερωτευμένοι, και γι αυτό φταίει ο ακόλαστος πεθερός. Καλέ κύριε πεθερέ, δεν ντρέπεστε; Δεν αισχύνεστε; Έτσι ορεξάτος αλωνίζατε όταν ήσασταν νέος, και σπέρνατε παιδιά από δω κι από κει; Τι είστε εσείς; Μήνυση σας χρειάζεται. Να το τώρα, καταστρέψατε τη ζωή της φτωχής ηρωίδος. Ένα άντρα βρήκε κι αυτή, και της βγήκε αδερφή… συγγνώμη, αδερφός ήθελα να πω. Ξέρετε πόσο δύσκολα βρίσκει κανείς άντρα σήμερα, κύριε ακόλαστε πεθερέ; Αλλά βέβαια, εσάς δε σας νοιάζει. Εσείς τη ζήσατε τη ζωούλα σας. Για ρωτήστε κι εμάς, τις σύγχρονες γυναίκες, τι τραβάμε.

Συνεχίζω στο βιβλίο: το χειρότερο, έπεφτε το βάρος στην Αλεξάνδρα (έτσι την έλεγαν την άτυχη) να απομακρύνει τον Άλκη από κοντά της, χωρίς μάλιστα να του αποκαλύψει την αλήθεια. Αυτή πάντως ήταν η αιτία για να ξεδιπλωθεί μια ιστορία και να φανερωθεί ένα ένοχο μυστικό, καλά κρυμμένο για πάνω από εικοσιπέντε χρόνια, που σημάδεψε τη ζωή του Αντώνη, και οδήγησε την Κατερίνα αλκοολική σε ένα γηροκομείο. Πω πω, πόσες άτυχες μαζευτήκανε! Καλέ κυρίες, να σας χορέψω κανέναν χορό, κανένα τσιφτετέλι, να σας φτιάξω το κέφι; Ό,τι μπορώ κάνω η γυναίκα.

Και λίγα λόγια για τον συγγραφέα. Ο Νίκος Ντακάκης είναι οικονομολόγος. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο, όπου ζει κι εργάζεται. Ασχολείται με τα κοινά, ως ενεργός πολίτης, και αρθρογραφεί στον τοπικό Τύπο. Έχει γράψει το βιβλίο «Όπως τ’ όνειρο» που κυκλοφόρησε το 2005 στο Ρέθυμνο. Ε λοιπόν τώρα νιώθω ότι μπορώ να κοιμάμαι ήσυχη. Όνειρα γλυκά και ασκανδάλιστα (και τα χέρια έξω από το σεντόνι).